παπαγάλοι

παπαγάλοι
Δενδρόβια, κατά το μεγαλύτερο μέρος, πουλιά (ψιττακοί) της τάξης των ψιττακόμορφων, που ταυτίζεται με την οικογένεια των ψιττακιδών. Έχουν ράμφος ισχυρό και γαμψό, του οποίου οι δύο άνισοι βραχίονες είναι καμπυλωτοί με αντίθετη φορά ο καθένας: ο επάνω, κυρτός σαν γάντζος, είναι πιο ανεπτυγμένος από τον κάτω, ο οποίος, σε κατάσταση ανάπαυσης, είναι χωμένος στον πρώτο. Οι π. χρησιμοποιούν συχνά το ράμφος όχι μόνο για σύλληψη και τον τεμαχισμό της τροφής, αλλά και για την αναρρίχηση, μαζί με τα πόδια, στα δέντρα. Η γλώσσα, χοντρή και σαρκώδης, είναι όργανο αφής και διευκολύνει τον έναρθρο λόγο, και μερικές φορές σύντομες μελωδίες. Τα πόδια, συνήθως κοντά, έχουν τέσσερα δάχτυλα με νύχια και μεγάλη συλληπτήρια ικανότητα· το δεύτερο και τρίτο δάχτυλο είναι στραμμένα προς τα εμπρός και τα δύο άλλα προς τα πίσω. Οι φτερούγες είναι αρκετά ανεπτυγμένες, ώστε να εξασφαλίζουν καλή πτήση, ενώ και η ουρά έχει συχνά αξιοσημείωτο μήκος. Το φτέρωμα έχει διάφορα χρώματα, πάντοτε λαμπερά. Οι π. είναι διαδεδομένοι στις τροπικές και σχεδόν εύκρατες ζώνες των διαφόρων ηπείρων και των νησιών τους, εκτός από την Ευρώπη. Ζουν συχνά σε πολυάριθμα κοπάδια μέσα στα δάση και, ανάλογα με το είδος, τρέφονται με βλαστούς, άνθη, φυτά και σπόρους, ακόμα και με σκληρά κελύφη, που, πριν περάσουν στο στομάχι, διασπώνται στον ογκώδη πρόλοβο. Για την ωραία τους εμφάνιση, την κοινωνικότητά τους και την ικανότητά τους να μιμούνται και να επαναλαμβάνουν διάφορους ήχους, οι π. έχουν ευρύτατα εξημερωθεί από τους αρχαίους ακόμα χρόνους· έχει διαπιστωθεί ότι ακόμα και στην αιχμαλωσία μπορούν να ζήσουν πάνω από 70 χρόνια. Για διακοσμητικούς σκοπούς και για τις μεγάλες ζημιές που μπορούν να προκαλέσουν στα οπωροφόρα δέντρα υφίστανται ακόμα και σήμερα αμείλικτο κυνήγι. Τα ιδιόρρυθμα αυτά πουλιά μπορούν να αποβούν βλαβερά για τον άνθρωπο, γιατί μπορούν να μεταδώσουν μια μόλυνση σηψαιμικού τύπου (ψιττάκωση), που εκδηλώνεται γενικά με σοβαρά γαστρεντερικά και προπάντων πνευμονικά φαινόμενα. Από τα πολυάριθμα είδη π. –έχουν ταξινομηθεί γύρω στα 315– αναφέρονται εδώ τα πιο γνωστά για την ωραιότητα του φτερώματός τους ή τις χαρακτηριστικές συνήθειές τους. Οι οραραούνα, διάφορα είδη των οποίων ζουν στην Παραγουάη και στο νότιο Μεξικό, διακρίνονται από τους άλλους ψιττακίδες όσον αφορά τις διαστάσεις τους –μερικοί έχουν συνολικό μήκος περίπου 1 μ.– και τα χτυπητά τους χρώματα. Από τη Νότια Αμερική κατάγονται και είναι διαδεδομένα, προπάντων στη λεκάνη του Αμαζόνιου, τα είδη που ανήκουν στο γένος αμαζόνιος (Amazona), μήκους περίπου 40 εκ., στο φτέρωμα των οποίων επικρατεί το πράσινο χρώμα. Κοινός στη Νότια Αμερική είναι ο λεγόμενος μοναχός (myiopsitta monachus), που έχει συνολικό μήκος περίπου 30 εκ. και ζει εύκολα στην αιχμαλωσία, λόγω της αντοχής του στις διάφορες κλιματικές συνθήκες, και είναι γνωστός για τον ζωηρό χαρακτήρα του. Ο μικρός π. της Καρολίνας (conuropsis carolinensis), πολύ διαδεδομένος άλλοτε στις ανατολικές περιοχές των ΗΠΑ, όπου προξενούσε σοβαρές ζημιές στις καλλιέργειες εξαιτίας της αδηφαγίας του, είναι σήμερα σπανιότατος. Στην Αφρική αντιπροσωπεύεται ευρύτατα το γένος poicephalus, στο οποίο ανήκει ο κιτρινομέτωπος π., με μήκος μικρότερο από 30 εκ. και διαδεδομένος στα δάση του Αιθιοπικού Οροπεδίου. Αφρικανικός είναι και ο τεφρόχρους π. ή ψιττακός ο ερίθακος (psittacus erithacus), του οποίου είναι γνωστά διάφορα υποείδη, διαδεδομένα από τη Σιέρα Λεόνε και την Αγκόλα έως την Ταγκανίκα και την Κένυα. Λέγεται ότι το πουλί αυτό μαθαίνει να μιλά καλύτερα από τους άλλους π. Από τους αφρικανικούς π. είναι γνωστότατοι οι αχώριστοι, που ονομάστηκαν έτσι από την έκδηλη συνήθειά τους να ζουν κατά ζευγάρια· το ωραιότερο είδος από τους αχώριστους αυτούς είναι ο αγαπόρνις ο ερυθρόλαιμος (agapornis roscicollis), που ζει στη Νότια Αφρική και έχει μήκος 12 εκ., συν 5 εκ. της ουράς. Σε εκτεταμένες περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας είναι διαδεδομένος ο λορίκουλος (loriculus vernalis), με πολύχρωμο φτέρωμα, στο οποίο επικρατεί το πράσινο στο επάνω μέρος και το γαλάζιο στον λαιμό και στην κάτω όψη των πτερύγων και της ουράς. Από τους πιο γνωστούς π. είναι ο μελοψίττακος ο κυματοειδής (melopsittacus undulatus), που ζει στην Αυστραλία· το επίθετό του προέρχεται από τις σκούρες κυματοειδείς γραμμές που διασχίζουν το κιτρινοπράσινο φτέρωμα των ανώτερων μερών του σώματός του· το όνομα μελοψίττακος του δόθηκε επίσης γιατί, εκτός του ότι μπορεί να επαναλάβει μέτρια μερικές λέξεις, μαθαίνει να σφυρίζει σύντομες μελωδίες. Έξυπνος, ζωηρός, κοινωνικότατος, ο π. αυτός, που έχει μήκος περίπου 22 εκ., από τα οποία τα μισά καταλαμβάνει η ουρά, προσαρμόζεται εύκολα στην αιχμαλωσία· με κατάλληλη επιλογή, οι διάφοροι εκτροφείς πέτυχαν φυλές με πολύ διαφορετικά χρώματα από εκείνα που επικρατούσαν στο αρχικό είδος. Εκτός από τους διάφορους κακατούα, διαδεδομένους στην Αυστραλία, στην Ινδονησία, στη Νέα Γουινέα, ζει και στην Τασμανία, ο πεζοπόρος π. ή π. των ελών (Pezoporus wallicus), που, όπως μαρτυρούν και τα ονόματά του, δεν είναι δενδρόβιος και συχνάζει κατά προτίμηση στις υγρές ζώνες· διαφέρει από τους περισσότερους άλλους π., γιατί ζει πολύ μοναχική ζωή. Έχει μήκος περίπου 35 εκ., μακριά δάχτυλα και ταρσούς, προσαρμοσμένα για τη βάδιση στο έδαφος, και βγαίνει για τροφή τις νυχτερινές ώρες. Οι παπαγάλοι, από τους οποίους είναι γνωστά 315 περίπου είδη, είναι διαδεδομένοι σε όλες τις ηπείρους εκτός από την Ευρώπη. 1) psittacula karaneri· 2) οραραούνα· 3) παπαγάλος της Καρολίνας (conuropsis carolinensis)· 4) τεφρόχρωμος παπαγάλος (psittacus erithacus)· 5) παπαγάλος Ζόλι· 6) αλίστερος· 7) αμαζόνιος (amazona)· 8) πλατύκερκος κόκκινος 9) πλατύκερκος κίτρινος· 10) αχώριστος (agapomis roscicollis)· 11) κακατούας· 12) μοναχός (myiopsitta monachus).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • άρα — (ara). Κοινή ονομασία διαφόρων ψιττακομόρφων αναρριχητικών πουλιών, που ζουν στις τροπικές περιοχές της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής. Οι ά. ζουν μέσα στα δάση, όχι πολύ μακριά από τα ποτάμια, φτιάχνουν τις φωλιές τους μέσα σε κοιλότητες… …   Dictionary of Greek

  • έως — Γένος πτηνών της οικογένειας των ψιττακιδών. Πρόκειται για μικρούς παπαγάλους με χρώμα πορτοκαλί ή ανοιχτό κόκκινο. Το ράμφος τους είναι γαμψό και μυτερό και το πάνω σαγόνι τους κινητό. Στα πόδια τους έχουν δύο δάχτυλα εμπρός και δύο πίσω και για …   Dictionary of Greek

  • ήλιος — (Ηelianthus annus). Μονοετές φυτό της οικογένειας των δικοτυλήδονων συνθέτων. Η επιστημονική του ονομασία είναι ηλίανθος ο ετήσιος. Κατάγεται από την Κεντρική Αμερική, αλλά διαδόθηκε και καλλιεργείται σε διάφορες χώρες κυρίως για τον εδώδιμο… …   Dictionary of Greek

  • αρά — (ara). Κοινή ονομασία διαφόρων ψιττακομόρφων αναρριχητικών πουλιών, που ζουν στις τροπικές περιοχές της Βόρειας και της Νότιας Αμερικής. Οι ά. ζουν μέσα στα δάση, όχι πολύ μακριά από τα ποτάμια, φτιάχνουν τις φωλιές τους μέσα σε κοιλότητες… …   Dictionary of Greek

  • σκάρος — (scarus). Γένος φαρυγγόγναθων ψαριών της οικογένειας των Σκαριδών. Περιλαμβάνει ψάρια μέτριου μεγέθους, με σώμα συμπιεσμένο στα πλάγια. Τα δόντια τους είναι κολλημένα στα σαγόνια τους, τα οποία δίνουν την εντύπωση ράμφους. Στο χαρακτηριστικό αυτό …   Dictionary of Greek

  • ψιττακόμορφα — τα, Ν ζωολ. τάξη πτηνών, γνωστών με την γενική κοινή ονομασία παπαγάλοι, με μία μοναδική οικογένεια, τους ψιττακίδες, και με περισσότερα από 300 είδη. [ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. νεολατ. psittaciformes < psittac (< ψιττακός) +… …   Dictionary of Greek

  • ψιττακός — Πτηνό της οικογένειας των ψιττακιδών. Bλ. λ. παπαγάλοι. * * * ο, ΝΜΑ, και σιττακός Α ο παπαγάλος νεοελλ. ζωολ. γένος παπαγάλων τής κεντρικής και δυτικής Αφρικής. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ψιττάκη] …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • λαβρίδες — (labridae). Οικογένεια ψαριών της τάξης των περκομόρφων. Αριθμεί περίπου 500 είδη, των οποίων το μέγεθος κυμαίνεται από μερικά εκατοστά έως 2,3 μ. Περιλαμβάνει ψάρια που ζουν άφθονα στις τροπικές θάλασσες και, κυρίως, κοντά στις κοραλλιογενείς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”